Αποστολέας Θέμα: ΞΕΝΩΝΑΣ  (Αναγνώστηκε 1174 φορές)

0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Αποσυνδεδεμένος Μιχάλης13

  • Θαμώνας
  • ***
  • Μηνύματα: 231
  • Φύλο: Άντρας
  • πως αλλιώς αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι-Ελύτης
    • Προφίλ
ΞΕΝΩΝΑΣ
« στις: 08/09/09, 18:11 »
Οι τελευταίοι φίλοι αποκοιμήθηκαν νωρίς
στο γδαρμένο πάτωμα του ξενώνα .
Δεν ήξερα  πως θα τους συναντούσα εκεί ,
να ξεμακραίνουν απ’ τον  ύπνο μου λαθραία .
Κάτω από το χαλί είχα αφήσει τα ξύλινα κλειδιά
που ανοίγουν ετούτη την πόρτα .
Εκείνοι κατάκοποι καθώς ήταν δε σκέφτηκαν
να ακολουθήσουν το φως που δραπέτευε από τη χαραμάδα .
Και να που βρέθηκαν στο μέρος που φιλοξενούσα
τις περαστικές σκιές μου .
Έκλεινα τα αυτιά μου για να μην ακούω φωνές
που δυνάμωναν εκεί πέρα με κάθε βήμα μου .
Κι είχα αδειάσει κάθε πιθαμή του δωματίου από μένα .
Πόσες χθεσινές , κουρελιασμένες κουβέντες
μπορούσε να χωρέσει επιτέλους ένας ξενώνας ;
Τώρα βουβές ανάσες και υγρές σιωπές
διαχέονταν σαν ηχώ στο σεντόνι μου .
Τα τελευταία αδέρφια μου θα ‘ταν 
που με κερνούσαν ότι τους είχε απομείνει .
Κρατούσα κλειστές τις γρίλιες στα γύρω παράθυρα
γιατί φοβόμουν μη τυφλωθεί κανείς .
Έτσι συνέχιζα τις σκοτεινές μου βόλτες σε μια πελώρια 
καλύβα που ο καιρός την έχτισε δυο ορόφους ψηλότερα από τη γη .
Καμιά φορά διψούσαν τα χαμόγελα που ‘χα φυτέψει
σε μια γλάστρα κρυμμένη στο ντουλάπι .
Τότε έρχονταν εκείνοι απρόσκλητοι συνδαιτυμόνες 
κρατώντας κάτω από τη μασχάλη ένα πρωτοβρόχι για δώρο .
Κάποτε στρώναμε ένα γιορτινό τραπέζι που δε χωρούσε
να στριμώξουμε τα κομμάτια του εαυτού μας .
Έτσι μοιραζόμασταν τις ευχές που ‘χαμε κάνει
κάποια ξάστερα βράδια .
Ξάφνου ακούστηκε να διπλοκλειδώνει η πόρτα .
Εκείνοι είναι , οι τελευταίοι φίλοι που αποκοιμήθηκαν για πάντα
στο γδαρμένο πάτωμα του ξενώνα μου .

 
Ξέρω πολλά για σας τους ανθρώπους αλλά δεν ξέρω κανέναν άνθρωπο...