Σε είπανε λιογέννητη• την μέρα που εγεννήθης
τρεις άστραψε τρεις βρόντηξε φορές ο ουρανός
κι έτσι μικρή που ήσουνα ευτύς σαν εφοβήθης
κλαδιά ψηλά σ᾽ ασήκωσαν κι αντίκρυσες το φως.
Ολημερίς σε βάσταξε ο ήλιος στην αγκάλη
και πήρες απ᾽ την θέρμη του μια φλόγα στα κλεφτά
κι η φλόγα όλο φούντωνε ώσπου ᾽γινε μαγκάλι,
ώσπου ᾽γινε θεόρατη του δάσου πυρκαγιά.
Σε σκέπασε με σύννεφο την νύχτα η Σελήνη,
την νύχτα που κοιμήθηκες για πρώτη σου φορά
κι ως έγειρες το πρόσωπο φιλί κρυφό σου δίνει
που το ᾽καναν τραγούδι τους της μέρας τα πουλιά.