Πως εύχομαι κάτι φορές
να μπορούσα από σώμα κι αδυναμίες
να δραπετεύσω
κι ανέμελος να ξεκινήσω
για των θεϊκών διαδρόμων της νόησης την εξερεύνηση.
πείνα, κούραση, πειρασμοί
ξεθωριασμένες να’ ναι θύμησες
στη νεοσύστατη μου μνήμη.
Και καθώς με τα νοητά φτερά μου
όλο και πιο ψηλά θα ελίσσομαι στα παλάτια του στοχασμού
-πιο λαμπρά από κάθε χρυσάφι-
εκεί γαλήνη κι ευτυχία
θα αισθανθώ να τρυπούν τα ρουθούνια μου
Εκεί να ζω θ’ αρχίσω.
Τις υψηλές μου σκέψεις χαλάει
η ξαφνική ενθύμηση του Ικάρου.
Τα λιωμένα απ’ τον Θεό Ήλιο φτερά του
Σκληρά κεντρίζουν τις φιλοδοξίες μου.
Κι έτσι διαλέγω –από συνήθεια ίσως-
Στα ρηχά νερά του Αιγαίου να κολυμπώ
Ευλογημένα παγιδευμένος στα Επουσιώδη.