Ο ψαράς και η χήρα ( ανέκδοτο )
Ένας ψαράς πολύ μπερμπάντης ερωτεύτηκε μια χήρα
και συχνά – πυκνά περνούσε να θωρεί την κακομοίρα
Ήτανε χήρα αλανιάρα , όμορφη , γλυκιά κι αφράτη
κι ο ψαράς ο νταλκαδιάρης όλο και ζητούσε κάτι
Αν βρε μόρτη βρεις πού το ΄χω σου δίνω ότι μου ζητάς
αλλιώς τα ψάρια σου να ξέρεις τζάμπα θα μου τα πουλάς
Άντρας εγώ περπατημένος και δεν ξέρω πού το έχεις ;
Μπροστά που τό ΄χουνε κι άλλες εγώ το ΄δα τις προάλλες
Άμα ψαρά μου βάλω σκούπα το λουλούδι είν’ από πίσω
και φέρε γρήγορα τα ψάρια να βάλω να τα τηγανίσω
Ύστερ’ από λίγες μέρες πήγ’ ο ψαράς ξανά στη χήρα
σίγουρος ότι γνωρίζει πού ΄ναι του παραδείσου η θύρα
Φτου απ’ την αρχή και πάλι και θά ΄χεις ότι μου ζητάς
αλλιώς τα ψάρια σου να ξέρεις τζάμπα θα μου τα πουλάς
Όταν τεντώνω το κορμί μου ή πονεί ψαρά μου η μέση
μπροστά λαλάει το πουλάκι , το ξέρω πως δε θα σ΄ αρέσει
Αχ βρε χήρα κερατένια , πότε μπρος και πότε πίσω
κόκαλο δε μού ΄χει μείνει τα παιδιά μου να ταΐσω
Αλλά και του ψαρά η γυναίκα άρχισε ν’ ανησυχεί
που δεν είχε ούτε σαρδέλα για να φάνε τα κοπέλια
Για λέγε μώρε κατεργάρη μήπως κάπου χαρτοπαίζεις
τη βάρκα με τα παλαμάρια και τα παιδιά δεν τρώνε ψάρια ;
Όταν σταθεροποιηθεί γυναίκα της χήρας το τριανταφυλλάκι
θα φάνε τα παιδιά μας ψάρια , θα πιω κι εγώ ένα ουζάκι
και νόστιμο μεζέ μου θάχω της λάγνας χήρας πουλάκι ….
Ιππέας 7 – 9 – 2010