«Θαφτε ελευθερα», μάς είπες φιλαράκι
κι ήσουν ο Γιώργης της πλατείας της Κλαυθμώνος!
Στις τσέπες όλων έβλεπες τρύπες ή σκονάκι
και να κοιμάσαι, προτιμούσες, πάντα μόνος!
Σου ‘πα να παίρνεις, να προσέχεις και να πάθεις
γιατί: ζωή δεν είναι να χαμογελάς.
Σου ‘πα να έχεις , να αντέχεις, και να μάθεις
γιατί: ζητιάνους δεν χρειάζεται η Ελλάς.
Να χτίζω σπίτια, να γκρεμίζεις και ν’ αρχίζω
ξανά από ‘κει που μ’ άφησε η λεηλασία…
Και να σε βλέπω να τα σπας και να δακρύζω
που πάντα μ’ άρεσε του νου σου η ανταρσία!
Γεια σου βρε Γιώργη, σαματά μες στο Κιθάρα,
που καιν τα λόγια σου σαν κάρβουνα σε τζάκι…
Τ’ αεροπλάνα μας και τα ποτά στην μπάρα
ειν’ κερασμένα στο πιο «άγιο» φιλαράκι!
Ζόρικη μέρα αύριο θα ‘ναι στη Κλαυθμώνος
μα να το ξέρεις, δεν θα είμαι πλέον μόνος!
…και σε ευχαριστώ...