Ακούω για αποδέσμευση του λυκείου από τον τρόπο εισαγωγής στο πανεπιστήμιο και θέλω να πω μερικές σκέψεις. Ο βασικός λόγος που ο Αρσένης προχώρησε στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 2000 αν θυμάμαι σωστά, με τα 14 πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, η οποία εν τέλει εξελίχθηκε στο σύστημα του Ευθυμίου με τα 9 και της Γιαννάκου με τα 6, ήταν η απαξίώση στην οποία είχε περιέλθει το λύκειο κατά την εποχή των Δεσμών. Οι τότε μαθητές, πήγαιναν σε φροντιστήρια μεν, αλλά σε μικρότερο ποσοστό και σε λιγότερο εντατικό ρυθμό, αλλά είχαν κυριολεκτιικά γραμμένο το λύκειο.
Το σύστημα Αρσένη και τα κακέκτυπα του είχε ως στόχο η εισαγωγή των υποψηφίων να εξαρτάται :
1) από τις επιδόσεις των μαθητών στα 27 συνολικά μαθήματα (13 στη Β Λυκείου, 14 στην Γ, αν θυμάμαι σωστά) μέσω πανελληνίων εξετάσεων
2) από τον προφορικό βαθμό
3) από το Τεστ Δεξιοτήτων, μια ιδέα ανάλογη των SATs περίπου, η οποία θα διεξαγόταν ανεξάρτητα από τις πανελλήνιες εξετάσεις και θα είχε διαφορετική δομή από αυτές (πολλαπλής επιλογής νομίζω).
Ο Αρσένης λοιπόν έφερε ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο θα εξασφάλιζε αξιοκρατία, γενική παιδεία, θα ζωντάνευε τα πράγματα στα σχολεία, θα έφερνε τρόπους εξέτασεις που ακόμη δεν έχουμε δει στην Ελλάδα και θεωρήθηκε πως θα μείωνε και τα φροντιστήρια, καθώς κανείς δε θα καθόταν να κάνει Θρησκευτικά ή Δίκαιο. Αυτό το σύστημα πολεμήθηκε από πάρα πολλούς, όπως και οποιαδήποτε αλλαγή στην Ελλάδα της γκρίνιας και της αδράνειας, γιατί πολύ απλά δεν είχε υπάρξει στοιχειώδης υλικοτεχνική και ψυχολογική προετοιμασία. Χαρακτηριστικά, οι περισσότεροι μαθητές της πρώτης φουρνιάς του νέου συστήματος αγνοούσαν μέχρι το καλοκαίρι της Α Λυκείου, ότι σε ένα χρόνο θα δίνουν πανελλήνιες. Άρχισε κύμα καταλήψεων πολλών μηνών, του οποίου τα κέρδη ήταν η κατάργηση του Τεστ Δεξιοτήτων, δηλ. του σημείου το οποίο θα απαιτούσε περισσότερο συνδυαστική γνώση και λιγότερη παπαγαλία, μείωση του ποσοστού βαρύτητας των προφορικών (καθώς θεωρήθηκε πως η υποκειμενικότητα στη βαθμολόγηση θα δημιουργούσε αδικίες) και κατέστησε τις εξετάσεις της Β Λυκείου απλώς "ζέσταμα" γιατί θα μετρούσαν μόνο αν η επίδοση ενός μαθητή ήταν χειρότερη στην Γ Λυκείου, το οποίο πρακτικά συνέβαινε ελάχιστα.
Οι λόγοι αποτυχίας αυτού του συστήματος είναι πολλοί. Μερικοί από τους οποίους είναι κατά τη γνώμη μου η εξής :
- δεν υπήρχε επαρκής ενημέρωση για την αποδοχή του
- δεν ταίριαζε τόσο στην Ελληνική κουλτούρα. Κανείς δε κατάλαβε ότι η διεξαγωγή Πανελληνίων Εξετάσεων από μια ανεξάρτητη κρατική αρχή, είναι για να διασφαλίσει τη σταθερότητα και την αξιοπιστία, και ότι πρακτικά δεν έχει άλλη διαφορά από το να ήταν οι εξετάσεις του σχολείου ή Νομαρχιακές. Στην Ελλάδα του 2009 όπως βλέπουμε και στα ποστ των παιδιών που έδωσαν τώρα, κυριαρχεί η άποψη πως ο υποψήφιος πρέπει να αξιολογείται ΜΟΝΟ στα μαθήματα εκείνα που έχουν συνάφεια με τη σχολή προτίμησης του, και πως δικαιούται να αδιαφορεί για τα υπόλοιπα μαθήματα, έτσι πράγματα δεδομένα στο εξωτερικό (SATs, Abitur κλπ) εδώ εκλαμβάνονται ως αντιδραστικά μέτρα.
- Η αιώνια δικομματική κόντρα. Αντί ΠΑΣΟΚ και ΝΔ να κάτσουν υπεύθυνα και να σχεδιάσουν από κοινού ένα εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο θα δοκιμαζόταν πρώτα και για αρκετά χρόνια σε πειραματικά σχολεία και θα εφαρμοζόταν μετά από αρκετά χρόνια από την ψήφιση του, ώστε να προσαρμοστεί και ο κόσμος στις νέες απαιτήσεις και να γίνουν με άνεση χρόνου διορθώσεις, το ΠΑΣΟΚ βιάστηκε να φέρει το νομοσχέδιο για να κερδίσει τις δάφνες της μεταρρύθμισης και η ΝΔ προέβη σε στείρα αντιπολίτευση, συνεπικουρούμενη από τα κόμματα της αριστεράς.
- Επίσης, για να πετύχει ένα τέτοιο σύστημα, οφείλει το κράτος να υποστηρίξει με γενναία χρηματοδότιση, ειδικά στα σχολεία της επαρχίας στα οποία υπάρχουν βασικές ελλείψεις.
Σήμερα τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Μιλάμε για κατάργηση οποιασδήποτε αξιολόγησης πριν το πανεπιστήμιο και εξειδικευμένες εξετάσεις μέσα στο πανεπιστήμιο, με προπαρασκευαστικά έτη και λοιπές μπούρδες που επιμηκύνουν άσκοπα το χρόνο σπουδών. Έτσι συνδυάζουμε τα αρνητικά και των 2 συστημάτων (έλλειψη ενδιαφέροντος για τα μαθήματα λυκείου, χαμηλό γνωσιακό περιεχόμενο εισακτέων) και οδηγούμαστε σε έναν όχλο 500 πρωτοετών τουλάχιστον στις σχολές υψηλής προτίμησης, από τους οποίους το πανεπιστήμιο θα πρέπει να βρει τους καλύτερους και να πετάξει τους χειρότερους, οι οποίοι μετά δε θα ξέρουν τι να κάνουν στη ζωή τους γιατί το μόνο που θα έχουν στα χέρια τους θα είναι ένα απαξιωμένο απολυτήριο λυκείου - εκτός αν μπουν σε άλλη σχολή, παρακολουθήσουν ένα ακομη προπαρασκευαστικό έτος κοκ.