Εγκάθειρκτοι σε χάλκινο κελί σαν την Δανάη
ξυπνούμε και κοιμόμαστε στην άθλια φυλακή μας,
ταξίδια σχεδιάζουμε για την ζεστή Χαβάη
ελπίζοντας στην γρήγορη αποφυλάκισή μας.
Δειλοί, οκνοί και άπραγοι, αιώνιοι δεσμώτες
κάποιου κρυμμένου, ζοφερού, πλατωνικού σπηλαίου
μηχανικά απευθύνουμε ξεψυχισμένες νότες
στα είδωλα ενός νεκρού από καιρό πανθέου.
Τις νύχτες σηκωνόμαστε απότομα θαρρώντας
πως ήχησαν τα βήματα του δεσμοφύλακά μας
και ύστερα προσμένουμε κρυφά αδημονώντας
το γύρισμα της κλειδαριάς και την ελευθεριά μας.
Ποτέ ποτέ δεν μάθαμε πως είμαστε ισοβίτες
ποτέ δεν μας το είπανε κι ελπίζουμε ακόμη
σε όσα πίσω κρύβονται απ'τους ψηλούς φεγγίτες
πως θά ῤθει μέρα να μας παν φεγγολουσμένοι δρόμοι.
Κι είναι φορές που κάποτε χρυσή βροχή τρυπώνει
στο χάλκινο υπόγειο της έγκλειστης Δανάης
και τότε μέσα στο κελί το σκοτεινό φυτρώνει
ολόλευκο της άνοιξης το πρώτο εντελβάις.
ααρών Μνησιβιάδης 28-05-2009