Για να μη ξεφευγουμε απο την αρχικη συζητηση.
Το παρακατω κειμενο αναλυει ευγλωτα τις μεθοδους της κρατικονομικης βιας.Μιας βιας που οπως ειπα καμια προσπαθεια αμυνας απο τη πλευρα των θυματων οχι μονο δεν αναγνωριζεται,αλλα αντιθετα ακομη και η αμυνα σε αυτη διωκεται.
Κανω μια παρενθεση για να αιτιολογησω τη διωξη της αμυνας απο τη πλευρα του κρατους.Αν καποιος συλληφθει σε μια διαδηλωση επειδη φορα αντισφυξιογονα μασκα, (χωρις να εχει παρει μερος σε συγκρουση με την αστυνομια,χωρις να εχει κανει τιποτα απολυτως) ωστε μονο και μονο να προστατευτει απο τα καρκινογονα χημικα που αφιδως ριχνει η αστυνομια, θα καταστει ενοχος και θα δικαστει με τη κατηγορια της παθητικης αντιστασης.
Το κειμενο ειναι του Νικου Παρασκευοπουλου καθηγητη νομικης στο πανεπιστημιο Αθηνας:
Συμπληρώνοντας κατά τον φετινό Δεκέμβρη δέκα χρόνια δεκαπενθήμερης αρθρογραφίας στη σελίδα αυτή (είχαν προηγηθεί η σποραδική και η μηνιαία) μπορώ να εισφέρω έναν συγκεκριμένο απολογισμό: την αναδρομική επισκόπηση δύο θέσεων, που εδώ διαμορφώθηκαν και αποκρυσταλλώθηκαν.
Η πρώτη θέση αφορούσε την ένταξη της πλειοψηφίας των πολιτών στο στόχαστρο του ποινικού ελέγχου: της πλειοψηφίας εκείνης που περικλείει και όλες τις καταπιεσμένες μειονότητες, αντιπαραβαλλόμενη λογικά μόνο προς την ολιγαρχία των ισχυρών. Η ιδέα θεμελιώθηκε στις παρατηρήσεις πολλών οικονομολόγων, ότι στη νέα εποχή όλο και περισσότεροι φτωχοί άνθρωποι έχουν περιουσία ίση με την αντίστοιχη όλο και λιγότερων οικονομικά ισχυρών, ενώ αντίστοιχα λόγω της φτώχειας και της μετανάστευσης αυξάνεται ο κύκλος των κοινωνικά αποκλεισμένων. Κατά συνέπεια, όλο και περισσότεροι έχουν λόγους να έρθουν σε ρήξη με το ισχύον κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Ως αμυντικό ανακλαστικό, από την άλλη, διευρύνονται η αστυνόμευση και ο ποινικός έλεγχος. Το παραδοσιακό σύστημα ελέγχου προκύπτει έτσι αναποτελεσματικό: από τα φίλτρα των διαδικασιών και των αποδείξεων του ποινικού δικαστηρίου χωρούν να περάσουν λίγοι, ενώ και η χωρητικότητα των φυλακών είναι περιορισμένη. Σχεδιάζονται επομένως έγκαιρα θεσμοί και ιδίως μηχανισμοί που να εμπλέκουν πλέον τους πολλούς στο ποινικό σύστημα.
Τα εργαλεία που μπορούν να συσχετιστούν με τη νέα αντεγκληματική πολιτική αναγνωρίζονται εύκολα. Τα προβλεπόμενα εγκλήματα πολλαπλασιάζονται, ώστε να καλύπτουν και συμπεριφορές της καθημερινότητας (π.χ. δωροδοκία μεταξύ ιδιωτών). Οι ποινές αναβαθμίζονται σε βαρύτητα, ώστε περισσότεροι να οδηγούνται πραγματικά στη φυλακή. Η ποινή κάποτε αποδεσμεύεται από την αρχή της αναλογικότητας, ώστε περισσότεροι να απειλούνται με δυσανάλογες συνέπειες. Εφαρμόζονται πολιτικές μηδενικής ανοχής και διδάσκονται υπερατλαντικά μοντέλα ανελαστικών ποινών, όπως π.χ. «τρεις (οποιεσδήποτε) καταδίκες ίσον ισόβια». Επίσης, χωρίς τις εγγυήσεις της ποινικής δίκης επιβάλλονται εγκλεισμοί σε άθλια «κέντρα» ή απελάσεις μεταναστών, καθώς και άλλες σκοτεινές κρατήσεις ή μεταφορές.
Σοβαρότερες είναι οι αντίστοιχες απορρυθμίσεις των διαδικασιών. Τα βαριά για τις ελευθερίες προδικαστικά μέτρα έθιγαν στο δικαιοκρατικό παρελθόν μόνο τους βάσιμα υπόπτους για συγκεκριμένα εγκλήματα. Ως πρώτο βήμα, ο συνήθης ύποπτος υποκατέστησε τον εξατομικευμένο, ως δεύτερο, ύποπτος έγινε ο καθένας. Κάποτε η παρακολούθηση χαρακτηριζόταν περιοριστικό μέτρο, επιβαλλόμενο μόνο με δικαστικές εγγυήσεις. Τώρα, η ηλεκτρονική επιτήρηση επιχειρείται χωρίς προϋποθέσεις, στους δρόμους, στη δουλειά, παντού υπό τους δορυφόρους.
Καθαρότερο όμως παράδειγμα μέτρου που μπορεί να πλήξει τον οποιονδήποτε είναι οι προληπτικές συλλήψεις-προσαγωγές. Στην Ελλάδα, στη Δανία, στη Γερμανία, τα νέα εγχειρίδια είναι έτοιμα: η προληπτική προσαγωγή αφορά εξ ορισμού τον οποιονδήποτε, ακόμη δηλαδή κι εκείνον που δεν έβλαψε, δεν απείλησε, δεν έπραξε καν. Ελέγχονται οι πολλοί, η βάση της δημοκρατίας. Κάποιοι πιστεύουν ότι έχουν ξεπεραστεί οι εποχές όπου ο καθένας μπορούσε «δυνάμει πληροφοριών» να συλλαμβάνεται και να χάνει την ελευθερία του. Η πίστη τους διαψεύδεται.
Η δεύτερη ιδέα που από χρόνια αναπτύχθηκε στη σελίδα αυτή αφορά την έννοια του πολιτικού εγκλήματος. Στηρίχτηκε στην επίγνωση ότι η ιστορική περίοδος όπου η ατομική βία μπορούσε να ανατρέψει εξουσίες είναι όντως παρωχημένη. Στον κόσμο μας, όπου οι πολλοί αντί να ελέγχουν ελέγχονται, πολιτική σημασία και δυναμική έχουν αποκτήσει ακριβώς οι εκφράσεις και οι αντιδράσεις του πλήθους. Αυτές άλλωστε κατορθώνουν κάπως να διαπερνούν τις άτυπες επικοινωνιακές συγκαλύψεις. Η τυπική λειτουργία δημοκρατικών θεσμών, εξάλλου, δεν ακυρώνει τη σημασία μιας πράξης πολιτικής ανυπακοής, αφού μόνο η ουσιαστική δημοκρατία, ως κράτος δικαίου και πρόνοιας, παράγει κοινωνικοπολιτική ευρυθμία.
Με δύο λόγια: πολιτικό είναι το έγκλημα που με το ελάχιστο δυνατό κόστος σε ανθρώπινα αγαθά τείνει στη μέγιστη δυνατή πολιτική επενέργεια. Αυτά τα πολιτικά χαρακτηριστικά διαθέτουν σήμερα τα συνηθισμένα εγκλήματα των διαδηλώσεων (αντίσταση, διατάραξη κοινής ειρήνης, απείθεια κ.λπ.). Θα ήταν π.χ. δύσκολη η παράδοση των πανεπιστημίων στην αγορά, αν οι πλατείες δεν γέμιζαν από διαμαρτυρόμενους φοιτητές και καθηγητές; Θα ήταν ίδιο το όποιο ενδιαφέρον των ισχυρών για το περιβάλλον, αν πορείες διαδηλωτών δεν ασκούσαν πίεση για την προστασία του; Η πολιτική επιδίωξη είναι λογικό να αξιολογείται από τη Δικαιοσύνη. Μια αντίσταση κατά της αρχής οπωσδήποτε είναι έγκλημα. Οταν όμως δεν τελείται εγωκεντρικά ή για τις επιδιώξεις του οργανωμένου εγκλήματος, παρά εμφιλοχωρεί τη στιγμή της λαϊκής πορείας, τότε εμφανίζει διαφορετικά χαρακτηριστικά. Ο αντιστεκόμενος δεν είναι ιδιοτελής. Ισα ίσα ενδιαφέρεται για τα κοινά περισσότερο από τους φιλήσυχους τηλεθεατές. Αλλο αν η συμπεριφορά του ξεπεράσει κάθε μέτρο και αναγκαιότητα εν όψει της πολιτικής στόχευσης. Η αστυνομική και η ποινική μεταχείριση θα πρέπει να είναι ηπιότερη από εκείνη που αντιστοιχεί στο κοινό έγκλημα. Οι δικλίδες υπάρχουν (ελαφρυντικά, αναστολές κ.λπ.).
Ο,τι λοιπόν γραφόταν στη σελίδα αυτή εδώ και μια δεκαετία, μοιάζει σήμερα να επιβεβαιώνεται: ήδη στη γερμανική νομική επιστήμη αναπτύσσεται μια ζωηρή συζήτηση για τη διεύρυνση του ποινικού ελέγχου, ενώ και στη χώρα μας οι προληπτικές προσαγωγές αποτυπώνουν πλέον συμβολικά και πραγματικά την τοποθέτηση του οποιουδήποτε στο στόχαστρο της καταστολής.
Ασφαλώς, μια αναζήτηση αναγνώρισης του τύπου «εμείς το είχαμε γράψει από καιρό», ούτε γοητεύει ούτε χρησιμεύει. Αλλωστε όλα τώρα είναι ρευστά και ανοιχτά. Σε αντίθεση πάντως με ό,τι συνέβαινε στην προηγούμενη δεκαετία, ο σύγχρονος πολίτης προβληματίζεται πολιτικά, κινητοποιείται και αρχίζει να προσέχει το δημόσιο συμφέρον χωρίς να το συγχέει αφελώς με το «κακό κράτος». Γι' αυτό οι συζητήσεις και οι ελπίδες δεν είναι μάταιες.
http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=23/12/2009&id=114807