ΝΑΤΑΣΑ
Ανάλυση από την καλή:
Λακκούβες που δεν παίζονται
στου ονείρου μου τους δρόμους
χαμόγελο μεταξωτό μ’ αρέσει τ’ άγγιγμά σου
μ’ αρέσει το ασημόδετο γλυκό αγκαλιασμά σου
Δρόμος που ξεκινάει με «λακκούβες», συμβολική παρομοίωση, δύσκολη αρχή. Ο δρόμος αυτός ανήκει στο όνειρο, ονειρεμένος, ο δρόμος που θα ήθελε ο «καθένας». Κι όμως αυτός ο δρόμος ξεκινάει με δυσκολίες. Βλέπει την κοπέλα να του χαμογελάει, καθαρά ερωτικός στίχος όπως κι ο επόμενος, αναλογίζεται τι του αρέσει.
και θέλω θάλασσες του Απρίλη μου
αρμύρα απ’ της ψυχής σου την πληγή
αρμύρα απ’ της καρδιάς σου την πηγή
θέλω να θες τα πάντα
Εδώ ο Απρίλης είναι κάτι το προσωπικό, ίσως και η αρχή της σχέσης, ίσως και το τέλος της, ίσως και η κορύφωσή της. Αναζητώντας λοιπόν τις «θάλασσες του Απρίλη», αναζητά την ηρεμία ή και το κύμα, το πάθος, την ένταση. Η αρμύρα που βγαίνει απ’ την πληγή της ψυχής και εκείνη που έρχεται απ’ την πηγή της καρδιάς είναι το ίδιο και συγχρόνως αντίθετο πράγμα. Είναι το «μέλι» που αναζητά ο ερωτευμένος σε μία σχέση. Το ίδιο πάθος που σε κάνει να αγαπάς σε κάνει και να μισείς. Ζητάει λοιπόν την ολοκληρωμένη σχέση. Ζητάει από την κοπέλα του, να του ανοίξει την καρδιά της, να του πει τι την πονάει και τι την ανεβάζει στα ύψη. Ο τελευταίος στίχος είναι αυτό που δηλώνει. «Θέλω να θες τα πάντα», θέλει να της δώσει ό,τι εκείνη ζητάει.
πρωί σε λεν’ αυγερινό
το βράδυ αποσπερίτη
ασημαχτίδα της ψυχής
σε λέω αφροδίτη
Το τελευταίο και το πρώτο αστέρι του ουρανού. Ο αυγερινός κι ο αποσπερίτης, είναι το ίδιο αστέρι, πρώτο εμφανίζεται, τελευταίο φεύγει. Είναι η Αφροδίτη. Κατά την αρχαία ελληνική μυθολογία, η θεά του έρωτα, η «ασημαχτίδα της ψυχής» του.
πλέω σε λίμνες τ’ ουρανού
και περπατώ μονάχος
στην πόλη τη βαμμένη μου
και κρύβω τέτοιο πάθος
Οι «λίμνες τ’ ουρανού» είναι τα σύννεφα που προκαλούν την βροχή. Πλέει, λοιπόν, στα σύννεφα, κάθεται δηλαδή. Όταν κάτι είναι βαμμένο, φαίνεται σαν καινούριο, άρα, λοιπόν, η «βαμμένη πόλη» είναι η καινούρια πόλη, ο καινούριος έρωτας. Περπατώντας στον καινούριο του έρωτα, είναι σα να τον ζει, και το λέει στον επόμενο στίχο, «και κρύβω τέτοιο πάθος».
λαμπύρισμα στις κόκκινες ανταύγειες των μαλλιών σου
θέλω να ακούς και θα σου πω τα λόγια της ψυχής μου
και θα στη στείλω μια βραδιά
να κοιμηθεί μαζί σου
Εδώ βλέπει το χρώμα των μαλλιών της και το λαμπύρισμα, την αντανάκλαση του ήλιου. Της ζητάει να ακούσει όσα εκείνος θα της πει, θα ανοίξει την ψυχή του, θα της την δώσει για μια βραδιά. Γιατί όχι για πάντα όμως; Η απάντηση θα έρθει πιο κάτω.
μακριά απ’ τις γκρίζες λάμψεις μου
χρόνε μου ψυχοφθόρε σε χαιρετώ
λαμπρό αστέρι της αυγής
τρανέ εωσφόρε
...θέλω φωτιά.
Εδώ τα χρόνια περνούν, αλλάζει ο καιρός, «γκριζάρει». Αποχαιρετά τον ψυχοφθόρο χρόνο και ζητάει από το πρώτο και τελευταίο αστέρι, την Αφροδίτη (η οποία λέγεται και εωσφόρος) να του βάλει φωτιά, να τον κάνει ν’ αγαπήσει.