Να σας πω ένα όνειρο εγώ και να δείτε τι νόημα βγάζετε. Είναι ταυτόχρωνα πολύ αστείο, και πολύ τραγικό. Τέλος πάντων. Είχα πάει που λέτε με τη μητέρα μου και δύο απ' τα αδέρφια μου, σε ένα πράγμα σαν το mall, το οποίο, πειρττό να σας πω, το μισώ. Που λέτε ενώ είμασταν εκεί, είχα απομακρυνθεί λίγο απ' τους άλλους, να δω κάτι μαραφέτια που έκαναν το μάτι μου να γυαλίσει. Νομίζω κάτι σιντί ήταν αλλά δεν είναι σημαντικό. Οπότε εκεί που χαζεύω, τελος πάντων, σκάει μύτη ένας παππάς και μου λέει: "Άμα τελειώσεις εδώ σε κάνα μισάωρο, έλα να με βρεις στην έξοδο." Εγώ όμως θυμήθηκα ότι είχα αγώνες ξιφασκίας (Κάνω ξιφασκία. Άσχετο), και έφυγα πιο νωρίς από κει, και δε τον συνάντησα. Πήγα στους αγώνες, και ξαναγύρισα το βράδυ πτώμα (το πώς είχα πάει στους αγώνες δεν έδειξε το όνειρο...). Αλλά τον θυμήθηκα τον παππά, οπότε πήγα στη μάνα μου να τη ρωτήσω μην τον είδε εκεί το μωλλ, και εκεί που μπαίνω στο σαλόνι, τον βλέπω μπροστά μου να κάθεται στο καναπέ!!! Οπότε του λέω εγώ "Α γεια σας, με ζητήσατε, υγνώμη που δεν ήρθα να σας βρω... κλπ." Και μου λέει αυτός "Μην ανυσυχείς, τέκνο μου, είμαι εδώ να ου δώσω παράσημο φιλανθρωπιάς" "Άλλο και τούτο", του λέω "Αξίζω εγώ τέτοια τιμή?" "Μα φυσικά" κάνει εκείνος "Δεν έχω δει άλλον που ταξιδεύει τόσο πολύ με το ηλεκτρικό (πράγματι) και μόλις μπαίνει κάποιος ζητώντας βοήθεια είσαι απ' τους πρώτους που του δίνει...". Εγώ ήμουν έτοιμος να πω 'άντε από 'κει' αλλά κρατήθηκα. Οπότε μου δίνει το παράσημο ο παππά(ρα)ς και μου λέει: "Θες να σου δείξω σε τι χρηίμευσαν αυτά τα λεφτά που έδωσες". "Άντε καλά" Κάνω. Οπότε με πηγαίνει σε μι φτωχογειτονειά, ιδέα δεν έχω πού ήταν ή πώς την έλεγαν. Απλά την ήξερα. Και κανονικά εκεί ήταν όλο παράγκες και ξυπόλυτα παιδάκια και σχολείο γιοκ (τα τυχερά). Αλλά τώρα είχαν χτιστεί ένα δυο κανονικά σπίτια, τα παιδάκια φορούσαν abibas αθλητικά, και πηγαίνανε στο σχολείο. Συνέχιζαν, φυσικά οι άνθρωποι εκεί να είνα άφραγκοι. "Α, οκεϊ" λέω "καλή φάση". Και μου λέει ο παππάς: "Και δεν είναι μόνο αυτό, έχει κι άλλα, γιατί ενύσχησες και την πίστη" . "Ωχ αμάν" Σκέφτηκα μέσα μου. Ξαφνικά λυποθυμάω και ξυπνάω σε ένα μικρό δομάτιο με δίπλα μου δυο μοναχούς. Και μου λένε αυτοί "είσαι έτοιμος να δεις ένα απ'τα θάυματά σου?" "Τελειώνετε!" λέω. Και ανοιγιε μια πύλη μπροστά μου, και τι να δω ο κακομοίρης. Ένα Ολόχρυσο άγαλμα της παναγίας με το θείο βρέφος. Τα παίρνω στο κρανίο και λέω: "Αει στο διάολο. Εγώ το'κανα αυτό?". "Ναι" μου λένε "Αλλά μην εξάπτεστε, έχετε κάνει και πιο σπουδαίο πράγμα.". Και ξυπνάω σ' ένα άλλο μέρος και μια πόρτα ανοίγει μπροστά μου και... Να ένας ολόχρυσος σταυρός (5 μέτρα ύψος 3,5 μέτρα πλάτος, μου είπανε) γεμάτος διαμάντια, σμαράγδια, ρουμπίνια, κλπ. Μετά ξύπνησα. Με μια αίσθηση αδίας μέσα μου. Και τώρα αναρωτιέμαι κατά πόσο είναι σωστό να βοηθάς τους δίπλα σου...