...τα γλυπτά που παρέμειναν στην Ελλάδα έχουν τα μαύρα τους τα χάλια, ενώ αυτά που μεταφέρθηκαν στο Βρεταννικό μουσείο είναι τέλεια διατηρημένα και ο κόσμος τα μελετά εδώ και δυο αιώνες και ενέπνευσαν ολόκληρα κινήματα στην ιστορία της τέχνης.
Δεν είναι ακριβώς έτσι φίλε Salinas. Μπορεί να μην δρέπουμε και δάφνες στην επιμέλεια, αλλά κι οι Βρεταννοί δεν πάνε πίσω. Αντιγράφω μερικά αποσπάσματα από διαδικτυακές πηγές για οικονομία χρόνου:
"Απαγορεύεται από το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού η χρήση των Αρχαιολογικών χώρων για οποιαδήποτε καλλιτεχνική ή κοινωνική εκδήλωση. Αντίθετα,
η αίθουσα του Βρετανικού Μουσείου που φιλοξενεί τα γλυπτά του Παρθενώνα, διατίθεται πολύ συχνά για ενοικίαση, με σκοπό τη διοργάνωση κοσμικών εκδηλώσεων, όπως π.χ. γ**ήλιες δεξιώσεις. Τα μαρμάρινα γλυπτά, πολύ συχνά χρησιμεύουν ως τραπεζάκια για τα ποτήρια των καλεσμένων. Επιπλέον, αποκαλύφθηκε πρόσφατα, ότι οι συντηρητές του Μουσείου έχουν προκαλέσει ανεπανόρθωτες αλλοιώσεις στα γλυπτά, γιατί πριν από πολλά χρόνια, τα είχαν τρίψει με ένα ακατάλληλο και τοξικό λευκαντικό υγρό, παρόμοιο με χλωρίνη."
Κι από το
πόρισμα των εμπειρογνωμόνων του ΥΠΠΟ που τα είχε επισκεφθεί:
"...Η τελική λείανση των επιφανειών έγινε µε λειαντικό µέσο, κατά πάσα πιθανότητα καρβίδιο του πυριτίου, ένα επεξεργασµένο υλικό µε τη µορφή πλακών, χαρτιού ή σκόνης, εξαιρετικής σκληρότητας, που ήταν το δεύτερο µετά το διαµάντι σκληρότερο γνωστό υλικό εκείνη την εποχή και χρησιµοποιούνταν για τη λείανση χαλύβδινων εργαλείων και γρανίτη.
Οι συνέπειες της επέµβασης του 1937/38 σε όσα γλυπτά υπέστησαν αυτή τη βάσανο είναι ανυπολόγιστες και µη αναστρέψιµες. Με την απόξεση, την τριβή καιτη λείανση, τα γλυπτά στερήθηκαν για πάντα στοιχεία της αυθεντικότητάς τους µε την απώλεια ενός πλήθους πολύτιµων ιστορικών πληροφοριών που διατηρούσε η επιφάνειά τους πριν από την επέµβαση.
Η υπερβολική τριβή και λείανση προκάλεσε σε µερικές περιπτώσεις µερική αλλοίωση κα παραποίηση της µορφής των γλυπτών. Αρκετά γλυπτά απώλεσαν τα µορφολογικά τους στοιχεία που αποτελούσαν την ταυτότητά τους και τα κριτήρια κατάταξής τους στην τέχνη αυτής της εποχής. Σε αυτά τα γλυπτά δεν ανιχνεύονται
πλέον τα ειδικά εκείνα χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν το ειδικό βάρος της κλασικής γλυπτικής, όπως αυτή εκφράζεται στα αρχιτεκτονικά γλυπτά του Παρθενώνα.
Περί το τέλος της δεκαετίας του 1960, σύµφωνα µε τις πληροφορίες του ∆ρ. Α. Oddy , διευθυντού του τµήµατος συντήρησης του Βρετανικού Μουσείου, έγιναν εκτεταµένοι καθαρισµοί για την αποµάκρυνση των ρύπων, που είχαν επικαθήσει στην επιφάνεια των µαρµάρων, των προϊόντων διαβρώσεως και ενδεχοµένως επικαλυπτικών, ή βελτιωτικών της εµφανίσεως των µαρµάρων, υλικών."