Η Έβελυν ρεμβάζει μέσα στην λαμαρίνα
στο σίδερο βουλιάζει, τα μάτια της κλειστά
ωραία κοιμωμένη για πάντα είκοσι τρία,
μικρή μου ονειροπόλα χωρίς την υποψία
του αίματος η εικόνα απ' το σαράντα εφτά
της πιο μεγάλης τέχνης θυμίζει την ουσία -
να ζεις και να πεθαίνεις από έρωτα, τυφλά
στο όνειρο να πέφτεις χωρίς αμφιβολία
ογδόντα έξι ορόφους μέχρι το πουθενά.
Εκεί που η ενοχή σου, αθώα εφηβεία
σε σπρώχνει και σε σέρνει και σε στριφογυρνά.
Η Έβελυν ρεμβάζει μέσα στην λαμαρίνα
στο σίδερο βουλιάζει, τα μάτια της κλειστά
ωραία κοιμωμένη για πάντα είκοσι τρία,
μικρή μου ονειροπόλα χωρίς την υποψία
του αίματος η εικόνα απ' το σαράντα εφτά
σε πρώτο πλάνο η αγάπη, στο βάθος η εξουσία
χιλιάδες κόσμους, νύχτες και θάλασσες μακριά
οι μάρτυρες διαλέξεις για μια φωτογραφία
πιστεύουν σαν τους όλους ότι τα γερατειά
θα σου άρμοζαν αλήθεια γεροντική ανία
χαπάκια, μπίνγκο, πάνες και διουρητικά.
Μα Έβελυν ρεμβάζεις μέσα στην λαμαρίνα
στο σίδερο βουλιάζεις τα μάτια σου κλειστά
ωραία κοιμωμένη για πάντα εικοσι τρία,
μικρή μου ονειροπόλα χωρίς αμφιβολία
τα όνειρα του κόσμου κατάντησαν φθηνά.